Μελέσσες, Βόνη, Χουμέρι, Αρκαλοχώρι, Σαμπάς. Σεισμόπληκτα χωριά του Νομού Ηρακλείου που «χορεύουν» στους ρυθμούς του Εγκέλαδου από τις 27 Σεπτεμβρίου έως και σήμερα και κόβουν την ανάσα στους κατοίκους που απέμειναν στα χαλάσματα, στους οικίσκους και στις σκηνές.
Ρεπορτάζ: Αλεξάνδρα Χριστακάκη – Αυγή
Χωριά – φαντάσματα, με κόκκινα, κίτρινα και πράσινα σημάδια στα ερειπωμένα σπίτια, με κορδέλες απαγορευτικές, στοιβαγμένοι σοβάδες και πέτρες στις άκρες του δρόμου, καδρόνια χιαστί να κλείνουν τα πορτοπαραθυρόφυλλα για να σώσουν από το πλιάτσικο ό,τι απέμεινε. Ξενιτεμένοι οι κάτοικοι στις πόλεις, στα μετόχια, στα ξενοδοχεία, στα παιδιά τους, μακριά από τους ερειπιώνες. Μα και «ξένοι» στον τόπο τους όσοι ζουν πια σε οικίσκους, χωρίς ρεύμα, έξω από τα χωριά τους. Στόλισαν τα κοντέινερ με χριστουγεννιάτικα δένδρα και λαμπιόνια ελπίζοντας να είναι του χρόνου στα επισκευασμένα σπίτια τους. Ξέπνοη ελπίδα, επειδή το κράτος είναι απόν. Ακόμη καταγράφει τις ζημιές.
Ανύπαρκτο το κράτος
Στα σεισμόπληκτα χωριά του Δήμου Μινώα Πεδιάδος, τρεις μήνες μετά το καταστροφικό χτύπημα των 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, κυκλοφορούν μόνο γέροι. Ο φόβος και η ανασφάλεια από τη συνεχιζόμενη σεισμική δραστηριότητα, η γραφειοκρατία και η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της καταγραφής των ζημιών και της καταβολής των αποζημιώσεων για την έναρξη των επισκευών, έχουν απομακρύνει τους ντόπιους από τις εστίες τους.
Τα καφενεία κλειστά, αναμμένα φώτα το βράδυ ελάχιστα. Σκοτάδι παντού. Οι ντόπιοι περιφέρονται σε ξενοδοχεία, σκηνές, εκκλησίες, συγγενικά σπίτια και τώρα τελευταία κάποιοι σε οικίσκους που φτάνουν σταδιακά.
Οι «χορηγοί» φροντίζουν να αναγράφεται το όνομά τους στην είσοδο του κοντέινερ. Από τους 420 οικίσκους που είχαν ζητήσει οι τοπικοί άρχοντες, τελικά φθάσανε 147: Μόνο 99 είναι του υπουργείου Υποδομών. Οι υπόλοιποι είναι χορηγίες: 30 της Γιάννας και του Θεόδωρου Αγγελόπουλου (σ.σ.: η Γιάννα Αγγελοπούλου κατάγεται από χωριό του Ηρακλείου της Κρήτης), 2 της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (σ.σ.: ξοδεύτηκαν οι τραπεζίτες), 10 του ΑΔΜΗΕ, 1 των ΟΤΑ και 5 ενός εργολάβου.
Ο καταυλισμός στο Χουδέρι παραμένει άδειος επειδή η ΔΕΗ δεν συνδέει το ρεύμα. Ζητάει αντίτιμο για τις εργασίες σύνδεσης(!) από τον δήμο, με αποτέλεσμα οικογένειες να παραμένουν σε σκηνές, στις οποίες, όταν βρέχει, το πάτωμα γίνεται λίμνη.
Αυτός ο κυνισμός και η αναλγησία πυροδοτούν τον φόβο μήπως κληθούν κάποια στιγμή οι χρήστες των κοντέινερ να πληρώσουν το ρεύμα και το νερό. Έχουν τη βεβαιότητα ότι η παραμονή στους καταυλισμούς δεν θα είναι πρόσκαιρη. Η εμπειρία από τους σεισμούς του 1999 στην Αθήνα διδάσκει το «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού».
Επίσης στο χωριά Σαμπά, χωριό – φάντασμα, ακόμη δεν δημιουργήθηκαν οι υποδομές (αποχέτευση, ρεύμα, νερό) για την εγκατάσταση των δικαιούχων. Έφυγαν από τις σκηνές και φιλοξενούνται σε συγγενείς τους ή παραμένουν σε σπίτια ετοιμόρροπα, με τον φόβο της κατάρρευσης, ή σε επισκευασμένες αποθήκες.
Επίσης παρατηρήθηκαν… ασυμμετρίες. Τα μεγέθη των οικίσκων κάποιων χορηγών είναι μεγαλύτερα από τις βάσεις υποδοχής που είχαν κατασκευαστεί και αυτό προκαλεί νέα καθυστέρηση. Σε κάποια κοντέινερ δεν υπάρχουν απορροφητήρες, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να μαγειρέψουν και να πηγαίνουν για μαγείρεμα στα ακατάλληλα σπίτια τους με την ψυχή στο στόμα…
Πολλές οικογένειες σιτίζονται ακόμη από τα συσσίτια του δήμου. Γνωστή αεροπορική εταιρεία ανέλαβε τα έξοδα της σίτισης για το πρώτο πεντάμηνο του 2022, ενώ πληθαίνουν να παράπονα των σεισμόπληκτων ότι η βοήθεια που έχει συγκεντρωθεί στο Εκθεσιακό Κέντρο στο Αρκαλοχώρι έχει σοβαρά προβλήματα στη διαχείριση της διανομής της.
Η αλληλεγγύη των πολιτών ήταν συγκινητική. Όμως υπάρχουν οικογένειες ανέργων με μικρά παιδιά που ζουν στους οικίσκους και αναγκάζονται να πληρώνουν ακόμη και τις πάνες, ενώ στις αποθήκες υπάρχει τέτοιο υλικό. Προτιμούν η βοήθεια να φθάνει στα χέρια τους χωρίς ενδιάμεσους, για να καλύπτονται άμεσα οι ανάγκες τους. Υπάρχουν οικίσκοι που φιλοξενούν μωρά παιδιά ή που ζουν σε ελάχιστα τετραγωνικά 6 άτομα (4 παιδιά με τους γονείς τους), αλλά και τρεις ενήλικοι άνδρες άγνωστοι μεταξύ τους.
Μαθητές δημοτικού σχολείου αλλά και των ΕΠΑ.Λ. έχασαν πολύτιμο χρόνο και άρχισαν να φοιτούν στα μέσα Νοεμβρίου, καθώς δεν είχαν μόνιμη κατοικία και έπρεπε να λύσουν το πρόβλημα της στέγασης οι οικογένειές τους.
Παράπλευρες απώλειες, πολύ σημαντικές, πέραν του ότι οι περισσότεροι δεν έλαβαν την προκαταβολή της αποζημίωσης, η υποβολή του φακέλου τους κοστίζει και η εξέτασή του είναι χρονοβόρα και καθυστερεί.
Η συνεχιζόμενη σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή και η κρατική ολιγωρία επιτείνουν την ανασφάλεια των σεισμόπληκτων. Το όνειρο της επισκευής και της επιστροφής στην κανονικότητα φαντάζει μακρινό.
Με ευθύνη της κυβέρνησης στο έλεος του Θεού
Του Νίκου Ηγουμενίδη *
Βρισκόμαστε πλέον στα Χριστούγεννα κι όμως οι σεισμόπληκτοι του Νομού Ηρακλείου βρίσκονται ακόμη και σήμερα με ευθύνη της κυβέρνησης στο έλεος του Θεού. Οι εικόνες συγκλονίζουν. Η εξήγηση είναι απλή: η βασική έννοια της κυβέρνησης είναι ο επικοινωνιακός χειρισμός. Ο Κ. Μητσοτάκης να σταματήσει να ακολουθεί και στις σεισμόπληκτες περιοχές την ίδια συνταγή με την πανδημία: επικοινωνία και όχι ουσία. Οι σεισμόπληκτοι δεν θέλουν φιέστες, αλλά συγκεκριμένες πράξεις ανακούφισης. Η κυβέρνηση διοργανώνει συνεντεύξεις Τύπου και επιμένει να μιλάει για όσα ‘θα’ γίνουν στο μέλλον, ενώ δεν απαντάει σε όσα θέτουν καθημερινά οι πολίτες: την άμεση πρόσληψη προσωπικού στη ΔΑΕΦΚ και στην Υπηρεσία Πολεοδομίας των σεισμόπληκτων δήμων, την εξάμηνη αλλά και για όσο χρειαστεί αναστολή πληρωμής φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, τη μερική διαγραφή και παράλληλη ευνοϊκή ρύθμιση οφειλών, την ένταξη στην ‘Αρωγή’ περιπτώσεων με ζητήματα ιδιοκτησιακού καθεστώτος (χρησικτησίες, γονικές παροχές, διαθήκες, εξ αδιαιρέτου ιδιοκτησίες κ.ά.) και μια σειρά ζητήματα προς επίλυση που ομάδες πολιτών θέτουν σε καθημερινή βάση.
Η πραγματικά ισχυρή και δυναμική παρουσία των εθελοντών δεν μπορεί να είναι το άλλοθι αδράνειας της κυβέρνησης. Ούτε βεβαίως είναι σήμερα η ώρα του απολογισμού, όσο τα προβλήματα παραμένουν στο τραπέζι. Οι πολίτες έχουν ανάγκη από άμεσα και συγκεκριμένα μέτρα ανακούφισης από την Πολιτεία και από την υλοποίηση ενός συγκροτημένου σχεδίου ανασυγκρότησης της περιοχής που δεν πρέπει να ερημώσει.
* Ο Νίκος Ηγουμενίδης είναι βουλευτής Ηρακλείου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία
Η «Ελπίδα» ζητά άμεσες παρεμβάσεις
Αναζητώντας τρόπους για να επιταχυνθεί η επίλυση των προβλημάτων τους, οι σεισμόπληκτοι αυτοοργανώθηκαν και δημιούργησαν από τις 11 Οκτωβρίου 2021 τον σύλλογο «Ελπίδα», που αφορά όλους τους άμεσα και έμμεσα πληγέντες. Τους συναντήσαμε στα «ραγισμένα» γραφεία στο Αρκαλοχώρι και καταγράψαμε τις παρεμβάσεις και τις προτάσεις τους έτσι όπως μας τις κατέθεσαν ο Μάρκος Κοκκολάκης, ο Νίκος Χανιαλάκης και η Μαρία Καλαθάκη, μέλη της διοίκησης του Συλλόγου.
1. Άμεση χρηματοδότηση του δήμου για μαζική κατεδάφιση και απομάκρυνση των επικίνδυνων και ετοιμόρροπων κτηρίων και των μπάζων. Είναι θέμα δημόσιας ασφάλειας.
2. Απλοποίηση της διαδικασίας σε κτήρια που έχουν ελαφριές βλάβες (πράσινα). Να καταργηθεί και να μην απαιτείται η υποβολή φακέλου. Να αρκεί μια υπεύθυνη δήλωση δύο μηχανικών για αποκατάσταση ζημιών έως 10.000 ευρώ. Θα αποσυμφορηθεί η γραφειοκρατία και θα μειωθεί ο χρόνος εξέτασης των φακέλων για τα «κίτρινα» κτήρια. Τώρα πρέπει ο σεισμόπληκτος με δικά του χρήματα να πληρώσει ιδιώτη μηχανικό για την κατάθεση του σχετικού φακέλου.
3. Να καταβληθεί άμεσα το ποσό της οικοσκευής ανεξαρτήτως της επισκευής του κτηρίου.
4. Να καταργηθεί το πλαφόν της στεγαστικής συνδρομής των 150 τ.μ. Σήμερα επιχορηγούνται καταστροφές έως τα 150 τμ. Αν οι ζημιές ενός ιδιοκτήτη κατοικίας, επιχείρησης και αποθήκης υπερβαίνουν τα 150 τ.μ., δεν επιδοτείται το σύνολο των κατεστραμμένων εμβαδών. Είναι παραλογισμός όταν καταβάλλεις φόρους και ΕΝΦΙΑ για το σύνολο των ιδιοκτησιών.
5. Το τιμολόγιο του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών να αναπροσαρμοστεί και να ανταποκρίνεται στις τιμές της αγοράς σήμερα.
6. Να χαρακτηριστεί ως επιλέξιμη η δαπάνη κατεδάφισης. Αν ο ιδιοκτήτης κρίνει συμφέρον να κατεδαφίσει το κτήριο και όχι να το επισκευάσει, να έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει μέρος ή το σύνολο της αποζημίωσης.
7. Άμεση απαλλαγή από ΕΝΦΙΑ για όλους τους σεισμόπληκτους, εξάμηνη αναστολή πληρωμής φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, μερική διαγραφή και ρύθμιση οφειλών.https://dcf50a8f434287d024751df850d8ca72.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-38/html/container.html
8. Να είναι ουσιαστική η εγγυοδοσία του κράτους σε όλη τη δανειοληπτική διαδικασία. Να επιδοτηθούν οι τόκοι και να είναι υπό την εγγύηση του Δημοσίου. Να μην απαιτείται υποθήκη για δάνεια μέχρι 30.000 ευρώ.
9. Να μην επιστραφούν οι επιστρεπτέες προκαταβολές που έλαβαν οι επιχειρήσεις. Να ενισχυθούν οικονομικά οι επιχειρήσεις που επλήγησαν.
10. Να δοθεί η δυνατότητα στον δικαιούχο προσωρινής εγκατάστασης του οικίσκου σε δικό του οικόπεδο με προσωρινή ηλεκτροδότηση.
Η καταστροφή σε αριθμούς
Σύμφωνα με τους επανελέγχους που διενεργήθηκαν έως και τις 12.11.2021 από τους ελεγκτές μηχανικούς:
σε 3.485 κτήρια στον Δήμο Μινώα Πεδιάδας βρέθηκαν 666 κόκκινα (κατεδαφιστέα), 1. 855 κίτρινα (προσωρινά ακατάλληλα για χρήση), 944 πράσινα (κατάλληλα για χρήση). Και οι επανέλεγχοι συνεχίζονται με βραδείς ρυθμούς.
Μελέσσες
Παντού χαλάσματα και άδειοι δρόμοι. Ο μόνος που περιφέρεται στο χωριό είναι ένας 59χρονος βοσκός, ο Γιώργος Τσαγκαράκης, ο οποίος φιλοξενείται στο σπίτι της αδελφής του γιατί το δικό του είναι μισογκρεμισμένο. Κρίθηκε ακατάλληλο. Στην αρχή κίτρινο, μετά πράσινο. Σπίτι ημιτελές, του 1967. Ζει με το επίδομα του ΚΕΑ και αναρωτιέται πού θα βρει χρήματα να πληρώσει τον μηχανικό για να του υποβάλει τον φάκελο. Η μόνη του βεβαιότητα είναι πως επέλεξε να παραμείνει στο χωριό για να βλέπει τα πρόβατά του…
Στο χωριό ζούσαν εργάτες Πακιστανοί. Το σπίτι τους έχει κόκκινο σημάδι και αυτοί εξαφανίστηκαν. Στο τέρμα του χωριού, δίπλα στο κλειστό γυμναστήριο, που είχε λειτουργήσει τις πρώτες μέρες ως χώρος φιλοξενίας σεισμόπληκτων και παρήλασε η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία του τόπου, «στήθηκαν» επτά οικίσκοι και φιλοξενούν 17 άτομα. Τέσσερις οικίσκοι δεν είναι ακόμη έτοιμοι. Στον πρώτο μένουν τρεις ενήλικοι άνδρες: δύο αδέλφια, ο Μηνάς και ο Μιχάλης Αναστασάκης από το χωριό Μελέσσες, και ο 54χρονος Στυλιανός Παπαδάκης, άνεργος οικοδόμος από το χωριό Πεζά. Άγνωστοι που καλούνται να συγκατοικήσουν σε ελάχιστα τετραγωνικά στα γεράματά τους. Υπομονή, η λέξη που τους ενώνει. Προηγήθηκε η δίμηνη παραμονή τους στο γυμναστήριο. Τρώνε από τα συσσίτια του δήμου. Δεν πήραν ούτε την προκαταβολή, δεν ξέρουν πόσα θα τους δώσουνε.
Ο διπλανός οικίσκος έχει γιορτινό διάκοσμο, γιατί υπάρχει ένα 9χρονο αγόρι, μαθητής Τρίτης Δημοτικού, που πήγε στο σχολείο στα μέσα του Νοεμβρίου. Γιατί; Γιατί η οικογένειά του από το χωριό Άγιες Παρασκιές περιπλανήθηκε πολύ μέχρι να καταλήξει στον οικίσκο. Στην αρχή σε ξενοδοχείο στην Αμμουδάρα, μετά σε αίθουσα εκκλησίας, ακολούθως στο γυμναστήριο στις Μελέσσες και εδώ και δυο βδομάδες στον οικίσκο. Άνεργος οικοδόμος ο πατέρας, χωρίς κανένα επίδομα, χωρίς καμία προκαταβολή για το σπίτι του που κοκκινοκιτρινίζει στις αξιολογήσεις και με τη βεβαιότητα αλλά και με την ελπίδα εκεί να ξεχειμωνιάσει, στον καταυλισμό. Φόβος μη και βρεθεί χωρίς στέγη.
Στον επόμενο οικίσκο ζει ο Μιχάλης με την γυναίκα του. Άνεργος 8μηνίτης από τα επωφελούμενα προγράμματα του δήμου. Ζει με το επίδομα του ΟΑΕΔ: 399 ευρώ. Έζησε τους σεισμούς στην Αθήνα, γι’ αυτό είναι βέβαιος πως οι οικίσκοι ήρθαν για να μείνουν. Καθημερινά επισκέπτεται τα χαλάσματα του σπιτιού του και μόνο πίκρα φορτώνεται. Το ίδιο και ο άνεργος 52χρονος Κώστας Σημνιανάκης, που μόνο θλίψη και πόνο γεμίζει όταν επισκέπτεται τα ρημάδια του σπιτιού του. Στον οικίσκο ζει η γυναίκα του, τα παιδιά του και ο εγγονός του, ένα μωρό έξι μηνών. Όλοι μαζί γύρω από την ηλεκτρική σόμπα για να ζεσταθούν. Δεν έχει πάρει ευρώ από το κράτος.
Πενήντα δύο χρόνια δούλευε στην Αθήνα για να πάρει το σπίτι του στην Κρήτη για τα γεράματα ο Γιάννης Ανδρουλάκης. Καταχρεώθηκε και όλα έγιναν χαλάσματα σε λίγα λεπτά. Ζει με τη σύνταξη του ΙΚΑ των 496 ευρώ. Ακόμη περιμένει το επικουρικό. Έχει τέσσερα παιδιά, αλλά είναι επιλογή του να μείνει στο χωριό. Να ξαναφτιάξει τα 50 τετραγωνικά του σπιτιού του. Τον στοιχειώνουν ακόμη οι εκρήξεις που ακούγονταν εκείνο το βράδυ γκρεμίζοντας ντουβάρια και όνειρα. Το παράπονό του είναι πως η Πολιτεία τούς έχει ξεχασμένους. Και η αλληλεγγύη αναζητείται… «Πού είναι το κράτος, η οργανωμένη Πολιτεία, γιατί δεν παραχωρούν στους σεισμόπληκτους έκτακτο επίδομα για τις τρέχουσες ανάγκες, γιατί δεν απλοποιείται η γραφειοκρατία για τις αποζημιώσεις;» διερωτάται ο Γιώργος Κριτσωτάκης, αντιδήμαρχος Αρχανών Αστερουσίων, ο οποίος φρόντισε και μετέφερε τους οικίσκους εδώ στις Μελέσσες, οικίσκους που λειτουργούσαν πρόσφατα ως σχολικές αίθουσες.
Βόνη
Ορεινό σεισμόπληκτο χωριό του Ηρακλείου και όχι της Γερμανίας. Πριν από τον σεισμό, κάτοικοι 357. Σήμερα ξέμειναν 250. Οι υπόλοιποι έφυγαν σε άλλους τόπους. Σε συγγενείς, παιδιά, σε ξενοδοχεία στο Ηράκλειο, στη Χερσόνησο. Στο καφενείο του χωριού μια ανδρική παρέα γύρω από τη σόμπα. Αμίλητη. Η διαδρομή το βράδυ σκοτεινή. Στην άκρη του χωριού ο συνοικισμός με τους οικίσκους. Ζουν έντεκα οικογένειες. Μας υποδέχεται ένα στολισμένο χριστουγεννιάτικο δένδρο που φιλοξενεί στη βάση του έναν φύλακα – σκύλο. Γιρλάντες, έλατα, λαμπιόνια στις πόρτες των κοντέινερς. Η ζωή θα νικήσει, σκέφτομαι. «Πώς θα νικήσει;» αναρωτιέται η 65χρονη Σοφία Κατσουλάκη, που βλέπει πια το χωριό της ως φάντασμα και θρηνεί. Δεν κυκλοφορεί άνθρωπος. Η ίδια -που ζει πια σε οικίσκο με τον σύζυγο και τον γιό της που σπουδάζει στο Ηράκλειο- το επισκέπτεται μόνο για να βάλει πλυντήριο ρούχων. Φοβάται τους σεισμούς που συνεχίζονται. Θυμάται τη βουή εκείνο το βράδυ και αναστατώνεται. Πέφτανε σοβάδες, «ανοίγανε» οι τοίχοι. Δεν είναι αισιόδοξη ότι θα το ξαναφτιάξει, αλλά θέλει, γιατί είναι το πατρικό της. Της βάλανε προκαταβολή, αλλά δεν μπορεί να την αγγίξει μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία.
Αγανακτισμένος και ο Μανώλης Μαθεάκης, που έχασε και σπίτι και ταβέρνα. «Μας κόψανε το χαμόγελο μέσα σε μια στιγμή. Κόποι και βάσανα μιας ζωής γκρεμίστηκαν σ’ ένα βράδυ. Η Πολιτεία μάς ξέχασε. Έρχονται μόνο για τις κάμερες και μετά εξαφανισμένοι». Ο 65χρονος συνταξιούχος ακτινολόγος Χριστόφορος Παπαδάκης παραπονιέται όχι μόνο γιατί ο οικίσκος έμπασε νερά με την πρώτη βροχή, αλλά και γιατί δεν έχει απορροφητήρα και κλιματισμό. Το σπίτι του ακατάλληλο, φιλοξενήθηκε σε ξενοδοχείο στο Ηράκλειο και το τελευταίο εικοσαήμερο στον καταυλισμό. Η προκαταβολή που πήρε δεν επαρκεί για την αμοιβή του μηχανικού που θα υποβάλει τον φάκελο, πόσο μάλλον για την επισκευή. «Το κίτρινο σημάδι στο σπίτι μου θα με ακολουθεί πάντα», η πικρή επισήμανσή του.
«Για να μην ερημώσει το χωριό, για να αποτραπεί η μετανάστευση και η φυγή και άλλων συγχωριανών μας, πρέπει να δοθούν άμεσα χρήματα στους πληγέντες και να απλοποιηθούν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες. Όσοι έχουν πάθει ζημιά μέχρι 20.000 να μην υποβάλουν φάκελο» η πρόταση του Γρηγόρη Καλογερίδη, κατοίκου του χωριού Βόνη.
Χουμέρι
Το 70% των κατοίκων έχει εγκαταλείψει το χωριό μετά τον σεισμό του Σεπτεμβρίου. Στην αρχή οι πληγέντες μένανε σε σκηνές. Μετά σε επισκευασμένες αποθήκες. Σήμερα έχουν απομείνει τρεις σκηνές να φιλοξενούν δύο οικογένειες. Η ταμπέλα στην κεντρική σκηνή μάς ειρωνεύεται: «Οδός Ελπίδας». Δίπλα στις σκηνές οκτώ οικίσκοι χωρίς υποδομές, άρα ακατοίκητοι. Η 57χρονη Μαρία Πηγάκη, παρά τη βροχή και την ταλαιπωρία, ετοιμάζει τον ελληνικό καφέ στο αντίσκηνο και μας κερνάει. Τα μάτια της βουρκώνουν. Χάνει την ελπίδα της, μα επιχειρεί να την ξαναβρεί. Θεωρεί αυτήν την εμπειρία μάθημα ζωής. Σαν εικόνες από ταινία, με πρόσφυγες, με πλημμυροπαθείς, με πυροπαθείς. «Αν δεν πάθεις, δεν μαθαίνεις» σκέφτεται ενοχικά.
Εκείνο το βράδυ κλαίγοντας έφυγε από το κατεστραμμένο σπίτι παίρνοντας σε μια πλαστική σακούλα τα φάρμακά της -έχει αυτοάνοσο- και χρήματα. Εφιαλτική η νύχτα. Κόκκινο το πρώτο σημάδι των μηχανικών, κίτρινο το δεύτερο. Πώς αλλάζουν έτσι τα χρώματα της αξιολόγησης… Χρήματα δεν έχει πάρει, γιατί υπάρχουν προβλήματα με τη διαθήκη. Η ίδια θέλει να φύγει. Να πάει κάπου να ζήσει σαν άνθρωπος. Με αξιοπρέπεια. Ο γιος της όμως επιμένει να προσπαθήσουν για να μην ερημώσει το χωριό. Να είναι οι τελευταίοι που θα το εγκαταλείψουν. Τι πείσμα κι αυτό, σκέφτομαι. Η Μαρία αρνείται να πάει στο χωριό. Πονάει η ψυχή μου, μας λέει, το χωριό είναι φάντασμα. Όλα γκρεμισμένα. Τα σπίτια κρεμασμένα. Αισθάνομαι ξένη στον τόπο μου. Εξόριστη στον τόπο μου εδώ στις σκηνές. Όμως εδώ αισθάνεται ασφαλής, αν και τα πόδια της είναι μούσκεμα όταν βρέχει. Το πάτωμα γεμίζει νερό. Ζει μαζί με την ηλικιωμένη μητέρα της και τον γιο της. Η αδελφή της έφυγε από τη σκηνή και πήγε στο υπόγειο μιας αποθήκης. Κάνανε στην αρχή περιπολίες για να γλιτώσουν τις περιουσίες τους από το πλιάτσικο. Παραπονιέται γιατί ενώ μένει στην σκηνή- δεν έχει πάει σε οικίσκο γιατί δεν έχει συνδεθεί το ρεύμα-, την ίδια στιγμή τής έρχονται λογαριασμοί της ΔΕΗ από το σπίτι που είναι ρημάδι. Αισθάνεται ότι την υποτιμούν, ότι δεν τη νοιάζονται. Είναι βέβαιη ότι οι οικίσκοι ήρθαν για να μείνουν. Προσεύχεται να μην έχουν ημερομηνία λήξης. Εξάλλου οι σεισμοί είναι εδώ και το κράτος είναι αλλού.
Αρκαλοχώρι
Είναι το κεφαλοχώρι του δήμου, στο οποίο λειτουργεί ο μεγαλύτερος συνοικισμός με οικίσκους και ο αποθηκευτικός χώρος για τη βοήθεια που φτάνει από την αλληλεγγύη των πολιτών. Ζούσαν πριν από την επίμαχη ημερομηνία (27 Σεπτεμβρίου 2021) 5.500 κάτοικοι. Σήμερα οι μισοί. Μετακόμισαν, μετανάστευσαν σε οικογένειες, στα μετόχια που έχουν τα αγροκτήματά τους και σε ξενοδοχεία. Οσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα νοίκιασαν αλλού, έχοντας επίγνωση της Οδύσσειας. Σπίτια και μαγαζιά κατεστραμμένα. Τα μπάζα, τρεις μήνες μετά, παραμένουν στις άκρες των δρόμων. Απαγορευτικές κορδέλες παντού. Και αυτά που σε ξεγελούν από την εξωτερική τους όψη, μπαίνοντας μέσα, παντού «χαρακιές» και ανοίγματα. Υπολειτουργεί το 40% των επιχειρήσεών τους.
Η κωμόπολη το βράδυ νεκρώνει. Οι φοροαπαλλαγές που τους υποσχέθηκαν παραμένουν κενό γράμμα. Κούφια λόγια. Χρήματα στους λογαριασμούς των περισσοτέρων πληγέντων δεν μπήκαν. Ο δεύτερος έλεγχος από τους μηχανικούς ελεγκτές ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί. Ο Μανώλης Φραγκάκης, δήμαρχος της περιοχής, υποστηρίζει πως οι πιέσεις που ασκεί στην πολιτική ηγεσία και στα συναρμόδια υπουργεία για να εκταμιεύουν άμεσα 2 εκατ. ευρώ θα αποδώσουν. Το αρχικό ποσό που του παραχωρήθηκε ήταν 800.000. Οι εργολαβικές ανάγκες για τους οικισμούς και τα συσσίτια ξεπέρασαν το 1.800.000 έως αυτήν την ώρα. Στον οικισμό, κάποια παρκαρισμένα αυτοκίνητα έξω από τους οικίσκους. Παντού γκρι. Τσιμέντο και μέταλλο. Πουθενά χρώμα. Λες και δεν κατοικούν άνθρωποι. Σαν προσφυγικός καταυλισμός.
Η Ευαγγελία Μακρίδη, με τρίωρη απασχόληση στην καθαριότητα και στη σχολική φύλαξη, μένει με τα τέσσερα παιδιά της και τον σύζυγο σε έναν οικίσκο μικρό. Θέλει να στολίσει χριστουγεννιάτικο δένδρο, αλλά τα τετραγωνικά δεν επαρκούν. Τέσσερα παιδιά, από βρέφη έως μαθητές Λυκείου, όλα μαζί σε ένα δωμάτιο. Ο μεγάλος της γιος -μαθητής στα ΕΠΑΛ- πήγε τώρα στο σχολείο. Χαμένος σχολικός χρόνος. Τα παιδιά γκρινιάζουν γιατί στους οικίσκους δεν υπάρχει Ίντερνετ. Οι μεγάλοι γκρινιάζουν γιατί έχει κρύο και υγρασία με τις βροχές. Πηγαινοέρχεται στο «κιτρινισμένο» σπίτι της για να μαγειρέψει και να πλύνει τα ρούχα. Απορροφητήρες δεν έχουν όλοι οι οικίσκοι.
Μόνο καλά λόγια έχουν να πουν για τους εθελοντές που βρέθηκαν από την πρώτη μέρα δίπλα τους. Πολλά όμως τα παράπονα για την κακή διαχείριση της διανομής των τροφίμων, του ρουχισμού που είναι αποθηκευμένος στο εκθεσιακό κέντρο, απέναντι από τον οικισμό. Η προκαταβολή της αποζημίωσης μπήκε στον λογαριασμό της από την «Αρωγή» αλλά δεν μπορεί να εκταμιευθεί. Μελαγχολεί στην ιδέα και τη βεβαιότητα ότι δεν θα φύγουν σύντομα από τον οικισμό. Το ίδιο πικραμένη και απογοητευμένη και η 36χρονη άνεργη Βάσω Μουρτζάκη, η οποία μένει με τον 10χρονο γιο της, την ηλικιωμένη μητέρα της και τον σύζυγό της στον καταυλισμό. Δεν μπορεί να μαγειρέψει, γιατί δεν υπάρχει απορροφητήρας. Πηγαινοέρχεται μετά φόβου Θεού στα χαλάσματα για μαγείρεμα. Όλος ο εξοπλισμός με δικά τους έξοδα. Τα συσσίτια του δήμου μόνο το μεσημέρι. Έχει τόσα να λύσει στην καθημερινότητά της, που δεν σκέφτεται την επισκευή του σπιτιού της.
Σαμπάς
Χωριό – φάντασμα. Ολική καταστροφή. Τελευταίος σταθμός του οδοιπορικού της ΑΥΓΗΣ της Κυριακής το ορεινό αυτό χωριό, στην είσοδο του οποίου υπάρχουν ακόμη οι σκηνές που φιλοξενούσαν τους σεισμόπληκτους και λίγα χιλιόμετρα πιο έξω ο καταυλισμός με τους δώδεκα οικίσκους, που όμως ακόμη δεν λειτουργεί γιατί δεν υπάρχουν οι υποδομές. Στο χωριό πια απέμειναν μόνο 20 κάτοικοι γιατί μόνο έξι σπίτια είναι κατοικήσιμα. Όλοι ενήλικες και συνταξιούχοι. Η 77 χρονη Δέσποινα Τζανάκη μας δείχνει όλο το σπίτι της που έχει ρωγμές και χαρακιές. “Πώς το χαρακτήρισαν πράσινο;” αναρωτιέται. Ο γιος της -ναυτικός- ήρθε να τη βοηθάει στις επισκευές και στα υποστυλώματα για να μην καταρρεύσει το πατρικό. Η ίδια κοιμόταν τις πρώτες ημέρες στο αυτοκίνητο. Σαν κουβάρι. Πιάστηκε η μέση της. Μετά στις σκηνές, αργότερα φιλοξενούμενη από την κόρη της και τώρα μπήκε στο σπίτι της, που όταν σείεται από τις σεισμικές δονήσεις την πιάνει φόβος και πανικός. Πρώτα έρχεται η βουή και μετά το τράνταγμα. Περιμένει με αγωνία να ολοκληρωθούν οι υποδομές για να μεταφερθεί σε οικίσκο.
Ο πρόεδρος του χωριού, ο 75χρονος Γιώργος Σταυρουλάκης, τρέχοντας για να διεκπεραιώσει τις εκκρεμότητες και τη γραφειοκρατία των συγχωριανών του, δεν πρόλαβε να υποβάλει αίτημα για οικίσκο. Το σπίτι του είναι χαλάσματα. Πρώτα κρίθηκε κόκκινο και αργότερα κίτρινο. Το βέβαιο είναι πως θέλει γκρέμισμα και όχι επισκευή. Στην αρχή έμεινε σε σκηνή. Αργότερα σε μια μεγάλη αίθουσα μοναστηριού που μετατράπηκε σε ξενώνα με ράντζα. Περιπολούσε για τυχόν κλοπές στα σπίτια του χωριού. Και σήμερα οι αρμόδιοι του λένε πως είναι… εκπρόθεσμος για να μείνει σε οικίσκο. Κάθεται στα χαλάσματα και αναρωτιέται αν υπάρχει ελπίδα να ξαναζήσει στο σπίτι αυτό. Τα βαρέλια με το κρασί είναι στο υπόγειο, να θυμίζουν τις καλές εποχές. Αισθάνεται σαν πρόσφυγας και ξένος στον τόπο του. Ακόμη περιμένει την βοήθεια. Το ίδιο και η συνταξιούχος Περάκη Ηλιούλα, που κατέβηκε από την Αθήνα για να δει τι θα κάνει με το πατρικό της. Μετέφερε ό,τι ήταν χρήσιμο από την οικοσκευή σε συγγενικό σπίτι σε γειτονικό χωριό. Άραγε θα επιστραφούν τα αντικείμενα αυτά στη θέση τους; «Εμείς ήμασταν δουλευταράδες, νοικοκύρηδες. Κοπιάσαμε για να τα χτίσουμε τα σπίτια μας. Πώς να τα εγκαταλείψουμε για να πάμε στα παιδιά μας;» απολογείται μια μαυροφορεμένη 80χρονη γυναίκα, που επιμένει να μένει μόνη της μέσα σε σπίτι που μπορεί με έναν ισχυρό σεισμό να καταρρεύσει… Δύσκολη η ξενιτιά στα γεράματα.